«THE EDIBLE MONUMENT»: Η ΖΑΧΑΡΕΝΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΛΟΣ ΑΝΤΖΕΛΕΣ

Η ζάχαρη ως κομμάτι του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Αρχικά την απολάμβανε μόνο η αριστοκρατική ελίτ. Ήταν είδος πολυτελείας. Οι «γαλαζοαίματοι» δεν την γεύονταν μόνον, παράγγελναν και εξωφρενικά περίτεχνα γλυπτά από ζάχαρη για να διακοσμούν τις τραπεζαρίες τους. Πραγματικά έργα τέχνης με εμβληματικά θέματα φτιαγμένα από ζάχαρη, φρούτα και λουλούδια.

Είτε βασιλιάς, είτε βασίλισσα είτε κοινός θνητός, το σίγουρο είναι ότι η ζάχαρη-η οποία περιέχεται σχεδόν σε ό,τι τρώμε και ό,τι πίνουμε -δεν γνωρίζει διαφορές και οι συνέπειες της συνεχούς κατανάλωσης της στις οδοντοστοιχίες είναι ακριβώς οι ίδιες.

Με τα αριστουργήματα από ζάχαρη καταπιάνεται το Κέντρο Γκετί  στην έκθεση «The Edible Monument» που θα διαρκέσει έως τις 13 Μαρτίου. Εκεί στο κτίριο του Λος Άντζελες δόθηκε  προ ημερών διάλεξη με  θέμα  «Η  βασιλική τερηδόνα: Οι πικρές επιπτώσεις της κατανάλωσης ζάχαρης στη Νεότερη Ευρώπη».

Ο καθηγητής ιστορίας της τέχνης στο πανεπιστήμιο Ζίγκεν της Γερμανίας, Γιόζεφ Ιμόρντε, ακολούθησε την ιστορική διαδρομή της ζάχαρης από τον 16ο αιώνα έως σήμερα αναφερόμενος στην ταχύτητα με την οποία εθίστηκαν στη ζάχαρη, πρώτα οι γευστικοί κάλυκες των πλουσίων, και μετά όλων των άλλων. «Στέκεται» φυσικά και στις συνέπειες στην οδοντική και στοματική υγεία.

Στο Κέντρο Γκετί μίλησε και ο ιστορικός τροφίμων και μπλόγκερ Ιβάν Ντέι, ο οποίος πραγματοποίησε και δύο εργαστήρια-τα οποία έγιναν ανάρπαστα-για το πώς κατασκεύαζαν γλυπτά από ζάχαρη και διακοσμούσαν τα κέικ-τούρτες τον 18ο αιώνα.

Ο Ντέι εξηγεί πώς οι Άραβες έφεραν τη ζάχαρη στη μεσαιωνική Ευρώπη και έπειτα την πούλησαν σε Βενετσιάνους εμπόρους.

«Διατήρησαν υψηλή την τιμή της ελέγχοντας τις ποσότητες που έφερναν, γεγονός που οδήγησε τους Άγγλους και τους Πορτογάλους επιχειρηματίες να στραφούν στην καλλιέργεια ζαχαροκάλαμου στις αποικίες τους. Στην Καραϊβική και στην Νότια Αμερική οι φυτείες ζαχαροκάλαμου από τον 17ο έως τον 18ο αιώνα ήταν απέραντες –πάντα χρησιμοποιώντας σκλάβους-και εξαιτίας αυτού του λόγου ήταν αυξημένη και η παραγωγή της ζάχαρης».

«Όταν η ζάχαρη έγινε φθηνή άρχισε να διατρέχει την κοινωνική κλίμακα με τη βιομηχανοποίηση και τη διανομή τον 19ο αιώνα έγινε διαθέσιμη σε όλους» προσθέτει ο Ντέι.

Ο ανθρωπολόγος Σίντνεϊ Μιντζ,ο οποίος δίδαξε στο Γέιλ και στον Τζονς Χόπκινς και πέθανε στα τέλη του περασμένου έτους, ερεύνησε και έγραψε για την ιστορία της ζάχαρης στο βιβλίο του «Γλυκύτητα και Εξουσία» (Sweetness and Power, 1985)- ένα σύγγραμμα ορόσημο για την πολιτιστική ανθρωπολογία και τις διατροφικές σπουδές. Εδώ : http://sidneymintz.net/sugar.php.

Πριν η ζάχαρη γίνει πανταχού παρούσα το μέλι ήταν η πιο διαδεδομένη γλυκαντική ουσία. Ανταγωνίστηκε τη γοητεία των καφέ και λευκών κρυστάλλων για μεγάλο χρονικό διάστημα ,έως ότου «ένας… μάντης και μελλοντολόγος-ούτε επιχειρηματίας, ούτε ιδιοκτήτης φυτείας -εξέδωσε ένα βιβλίο το 1555 για την επεξεργασία της ζάχαρης».

«Ένας άνθρωπος …πραγματικά ενθάρρυνε τη μόδα στην Αναγέννηση, την περίοδο κατά την οποία ξεκίνησε ο πραγματικός εθισμός στη ζάχαρη» αναφέρει ο Μιντζ στο βιβλίο του. «Το όνομα του ήταν Νοστράδαμος».

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *