Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΑΙ Ο ΚΑΡΚΙΝΟΠΑΘΗΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ: ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΨΥΧΡΑΙΜΙΑΣ, ΘΕΛΗΣΗΣ…ΚΑΙ ΒΑΘΙΑΣ ΑΓΑΠΗΣ
«Ο πατέρας μου ταλαιπωρείται εδώ και 15 χρόνια από τον καρκίνο. Εμφανίστηκε στο ήπαρ και μετά στο παχύ έντερο. Την πρώτη φορά, σώθηκε γιατί το προσωπικό που ανέλαβε την υπόθεση του, ήταν εξαιρετικό. Οι χειρουργοί στο «Γεννηματά», ο γιατρός που τον παρακολούθησε αργότερα, το Παθολογικό Τμήμα του Θεαγενείου. Μόνο καλά λόγια έχω να πω. Μας στάθηκαν και μας στέκονται ακόμη. Ειδικότερα, ο κ. Μακραντωνάκης, ο διευθυντής της ΄Β Παθολογικής Κλινικής του Θεαγενείου είναι ένας καταπληκτικός άνθρωπος, όσο και γιατρός. Οι αρρώστειες όμως, ποτέ δεν μας εγκατέλειψαν. Σήμερα πάσχει από μυελοδυσπλαστικό σύνδρομο, το οποίο είναι πρόδρομος για την εμφάνιση της λευχαιμίας. Η διάθεση του πατέρα μου, εμφανίζει σκαμπανεβάσματα. Υπάρχει μια κυκλοθυμία. Την μία μέρα μπορεί να είναι αισιόδοξος, να μην ζητά ιδιαίτερη βοήθεια, να αντιμετωπίζει στωϊκά την ασθένεια του. Την επόμενη όμως, τον καταλαμβάνει μια υπαρξιακή ανησυχία για τον θάνατο και το επέκεινα. Αναρωτιέται για το νόημα της θρησκείας. Παρατηρώ κάποιες συναισθηματικές του εκρήξεις, όπως σκέψεις για αυτοκτονία. Έχω βιώσει μέχρι και τηλεφωνήματα σε γραφεία τελετών, στα οποία κανόνιζε τα διαδικαστικά της κηδείας του. Θέλω να σταθώ ιδιαίτερα στο θέμα των δημόσιων νοσοκομείων, η εικόνα των οποίων είναι άμεσα συσχετισμένη με την νοσηλεία του πατέρα μου. Εννοώ την χρηματοδότηση που λαμβάνουν, η οποία είναι πολύ χαμηλή και τον τεράστιο φόρτο εργασίας που πρέπει να διαχειριστούν. Υπεισέρχονται και υποκειμενικοί παράγοντες βεβαίως, όπως οι συμπεριφορές των γιατρών, οι οποίες είναι καθαρά θέμα χαρακτήρα. Έχω πετύχει γιατρούς σε καίριες θέσεις οι οποίοι ήταν εξαιρετικοί, ως επαγγελματίες και ως άνθρωποι, και άλλους, οι οποίοι ήταν αναίσθητοι και κοιτούσαν το προσωπικό τους συμφέρον» εξομολογείται με ειλικρίνεια στο bangladeshnews.gr η Κωνσταντίνα Κοντοπούλου, υποψήφια διδάκτωρ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και κόρη καρκινοπαθή.
Είχαν περάσει περίπου 10 λεπτά από την ώρα που ξεκινήσαμε την κουβέντα μας, όταν στο μυαλό μου ήρθαν τα λόγια ενός φίλου μου, ναυτικού: «Οι φουρτούνες, μετά από λίγο, είναι όλες ίδιες. Ανησυχείς, αλλά παύεις να φοβάσαι». Δεν ξέρω αν θα συμφωνήσει η Κωνσταντίνα Κοντοπούλου, με την εντύπωση που σχημάτισα για το πρόσωπο της, αλλά εγώ εκτίμησα, ότι απέναντι μου είχα την κόρη ενός καρκινοπαθή, που χωρίς να της λείπει ούτε δράμι ευαισθησίας και ενσυναίσθησης, είχε περάσει πολλά, παρά πολλά, για να θυσιάσει την αφήγηση της στην εύκολη συγκίνηση. Ψύχραιμη, συνειδητοποιημένη, και πάνω από όλα ειλικρινής. Αντιλήφθηκα ότι δεν είχε νόημα να της αποσπάσω δακρύβρεχτες ιστορίες για ξενύχτια πάνω από το κρεβάτι του άρρωστου πατέρα της, για βουρκωμένα μάτια που κοιτούν θλιμμένα έξω από ένα παράθυρο και λοιπούς συναισθηματισμούς. Τα πέρασε όλα αυτά. Έτσι και αλλιώς, η ενασχόληση με την ασθένεια του πατέρα της συνεχίζει να είναι καθημερινή και χρονοβόρα. Η Κωνσταντίνα, εν αντιθέσει με τους περισσότερους συγγενείς καρκινοπαθών, δεν «εγκλωβίστηκε» μέσα στις εμπειρίες που βίωσε, αναμασώντας τες, αδιέξοδα και ψυχοφθόρα. Αποφάσισε να τις μετασχηματίσει σε καθαρή γνώση, και από εκεί, σε έρευνα, προκειμένου να βοηθήσει όσους αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα υγείας. Η συγκίνηση, ως γνωστόν, είναι εύκολη. Όσα απαιτούνται όμως, για να αποτρέψεις τις παρελκυστικές της συνέπειες, είναι δύσκολα. Και η Κωνσταντίνα είναι άνθρωπος, τέτοιου διαμετρήματος. Σε περίπτωση που χάσει τον πατέρα της θα στεναχωρεθεί, αλλά δεν θα το βάλει κάτω. Θα συνεχίσει να πολεμά, μέσω της έρευνας της για τον καρκίνο, εως ότου, από το δικό της μετερίζι, κατορθώσει να προσφέρει μια μικρή ανακούφιση σε όσους βασανίζονται. Σε ορισμένους, τα λόγια της μπορεί να φανούν ψυχρά. Το αντίθετο. Είναι ακριβώς τα λόγια εκείνα, που αποφάσισαν να μετατραπούν σε έργα, χωρίς να υπολογίζουν τα εμπόδια που ορθώνονται μπροστά τους.
ΑΣΧΟΛΗΘΗΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΩ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΤΟΥ…
«Θυμάμαι χαρακτηριστικά, πως είχα τελειώσει τις πανελλήνιες, όταν μου έδωσε κάποιες οδηγίες για την επικείμενη κηδεία του. Βλέπετε, τότε, μας είχαν δώσει πολύ μικρές πιθανότητες να επιβιώσει από την ασθένεια. Πιστεύω πως οι γιατροί, τις περισσότερες φορές, υποτιμούν τις δυνατότητες τους ή τις παρουσιάζουν σκοπίμως, περιορισμένες, στους συγγενείς των ασθενών, προκειμένου να είναι και οι ίδιοι «καλυμμένοι», σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά. Σε τελική ανάλυση, τα πάντα είναι θέμα γιατρού. Η συμπεριφορά του, η επιστημονικότητα του, ο τρόπος που επικοινωνεί με τον ασθενή και τους συγγενείς του. Τα δικαιώματα που σου δίνει. Οφείλω να ομολογήσω ότι είμασταν πολύ τυχεροί, που πετύχαμε τους συγκεκριμένους γιατρούς, την συγκεκριμένη χρονική περίοδο και μάλιστα σε δύο δημόσια νοσοκομεία. Η ασθένεια του πατέρα μου με σόκαρε βαθύτατα στην αρχή. Αντιμετώπισα κυρίως την υπαρξιακή διάσταση αυτού που έβλεπα να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μου. Ταυτίστηκα με τον πατέρα μου πολλές φορές. Ξεκίνησα να διαβάζω για τον καρκίνο, και αυτή την στιγμή, σκοπός μου, είναι η ενασχόληση μου, μαζί του, σε ερευνητικό επίπεδο. Ακόμη και σήμερα, δεν αισθάνομαι τίποτα το ιδιαίτερο. Τα συναισθήματα μου έχουν φιλτραριστεί από τον χρόνο, και κατά κάποιον τρόπο, έχουν εξομοιωθεί. Αυτό πάντως που με προβληματίζει, είναι ότι ποτέ δεν βρήκα κάποιον πυρήνα υποστήριξης στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, στην πολιτεία γενικότερα, που να με βοηθήσει να διαχειριστώ αποτελεσματικότερα το πρόβλημα μου. Πρέπει να κινητοποιηθούν οι σύλλογοι καρκινοπαθών, προκειμένου να λυθεί το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, ανα περιόδους, οι καρκινοπαθείς. Το κράτος νομίζει, ότι επειδή παρέχει δωρεάν φάρμακα στους ασφαλισμένους καρκινοπαθείς, εκεί τελειώνει και η δουλειά του…».
Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ ΕΚΡΥΒΕ ΕΠΙΜΕΛΩΣ ΤΗΝ ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΤΟΥ, ΜΙΛΟΥΣΕ ΓΙΑ ΑΥΤΗΝ ΜΟΝΟ ΣΤΟΝ ΓΙΑΤΡΟ ΤΟΥ…
«Ο πατέρας μου είναι 80 χρονών. Η σχέση μας θυμίζει αυτή που διατηρεί ένας παππούς με την εγγονή του, επομένως είμαστε περισσότερο δεμένοι. Μιλούσαμε από πολύ παλιά για υπαρξιακά θέματα. Θυμάμαι, πριν αρρωστήσει, όταν βλέπαμε κάποιες ταινίες με θέμα τον καρκίνο, και εκείνος έκλαιγε. Και μιλάμε για έναν άνθρωπο ώριμο, που γνώρισε πολέμους και κακουχίες. Δεν με άφησε ποτέ να πιστέψω ότι ήταν άρρωστος, δεν κατάλαβα ποτέ πως είναι να έχεις έναν πατέρα άρρωστο. Το θεωρούσα όλο αυτό που βίωνα, ως μια φυσιολογική κατάσταση, η οποία αντί να με πληγώνει, όπως θα συνέβαινε στα περισσότερα παιδιά, με δυνάμωσε και με έκανε να αγαπήσω την ιατρική».
Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΜΟΥ ΑΝΟΙΞΕ ΑΛΛΕΣ ΠΟΡΤΕΣ, ΚΑΙ ΕΚΕΙ, ΒΡΗΚΑ ΕΝΑ ΛΟΓΟ ΝΑ ΖΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΛΕΥΕΙΣ
«Το δυσάρεστο είναι, πως να πεις σε κάποιον ότι τα χρονικά περιθώρια της ζωής του, έχουν καταστεί ασφυκτικά, ότι αυτό που ήξερε ως ζωή, ενδέχεται να τελειώσει σύντομα. Το ευχάριστο είναι, πως απέκτησα πολλές γνώσεις γύρω από τον καρκίνο, ότι κάθε ημέρα έπρεπε να αντιμετωπίσω και ένα διαφορετικό πρόβλημα υγείας που ανέκυπτε και να βρω μια λύση. Πολύ διάβασμα επίσης. Όπως στεκόμουν, πάνω από το προσκέφαλο του πατέρα μου, έμαθα να ακούω και να ενδιαφέρομαι για τα προβλήματα των άλλων. Άλλωστε ο καρκίνος, μπορεί να χτυπήσει την πόρτα του καθενός».
ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΝΑ ΣΚΥΒΕΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕ ΑΣΘΕΝΗ ΞΕΧΩΡΙΣΤΑ…
«Είναι ουτοπικό, αλλά ελπίζω ακόμη σε ένα καλύτερο σύστημα υγείας, το οποίο δεν θα νεκρώνει λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει. Μέσα σε αυτό, υπηρετούν εξαιρετικοί γιατροί που προσφέρουν πολλά στους ασθενείς τους. Θα ήθελα επίσης να υπάρχει περισσότερη ψυχολογική υποστήριξη στους ασθενείς, και γιατί όχι, και στους συγγενείς τους, καθώς και μια εξατομικευμένη ενασχόληση του γιατρού με τον κάθε ασθενή του. Αυτό που εύχομαι για τον πατέρα μου, το εύχομαι και για όλους τους καρκινοπαθείς. Μια καλύτερη ποιότητα ζωής, η οποία θα εκπορεύεται από τις πολιτικές του κράτους, αλλά και από τον σεβασμό προς τις επιστημονικούς κανόνες που ισχύουν διεθνώς. Τα επόμενα βήματα μου, μετά την απώλεια του πατέρα μου; Θα έρθω πιο κοντά στην πλήρη ενασχόληση μου με την ιατρική έρευνα. Τον θάνατο τον αναλογιζόμουν πάντοτε. Ακόμη και από μικρό παιδί. Ήρθε η ώρα να τον εξετάσω».
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΑΛΣΑΜΙΔΗΣ