ΓΛΕΝΤΖΕΔΕΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: «ΠΙΣΤΟΛΙΑΖΟΥΝ» ΜΑΓΑΖΙΑ…ΠΙΟ ΓΡΗΓΟΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΟΥΣ

«Ο αγρότης με τα νεκταρίνια ο οποίος δεν είδε…και δεν πάτησε άσφαλτο για χρόνια, επισκέφθηκε το μαγαζί στο οποίο εργαζόμουν τότε, συνοδευόμενος από κυρία προερχόμενη εκ του Ανατολικού Μπλοκ, και βεβαίως έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να την εντυπωσιάσει. Από τους καλούς πελάτες ομολογουμένως. Στάθηκε λοιπόν μπροστά μου και ζήτησε ένα ποτό. Johnny Blue. Υπενθυμίζω ότι το συγκεκριμένο ποτό τότε κοστολογούνταν…35 ευρώ. Μαζί με την κυρία ήπιαν τέσσερα. 4 επί 35 μας κάνουν 140 ευρώ. Του τα σέρβιρα όμορφα και ωραία, κάποια στιγμή όμως πήγε στην τουαλέτα επικαλούμενος ανάγκη…και έκτοτε όσο τον είδατε εσείς, άλλο τόσο τον είδα και εγώ. Και αντί να πληρωθώ με λεφτά, πληρώθηκα…με νεκταρίνια. Εκείνη την εβδομάδα αντιλαμβάνεστε ότι δούλεψα αποκλειστικά για την επιχείρηση» εξομολογείται στο bangladeshnews.gr o Γιάννης Μπάκος, Υπεύθυνος Λειτουργίας στο Cafe-Bar «TRIBECA» στη Λεωφόρο Νίκης. Αν και αποτελεί μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες φιγούρες στην νύχτα της πόλης, η ευγένεια και η εξυπηρετικότητα του παραμένουν αμετάβλητες, ακόμη και στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε. Οι ατάκες του, παρόμοιας αξίας με τις αναμνήσεις του: Διαμαντένιες.

20160304_235943
Γιάννης Μπάκος, Υπεύθυνος Λειτουργίας Cafe-Bar «ΤRIBECA»: Τις εποχές προ κρίσης κυριαρχούσαν οι δήθεν. Τώρα που τα πράγματα ζόρισαν, ξεχώρισαν οι κύριοι από τους απατεώνες.
ΜΕ ΠΑΓΙΔΕΨΕ…Ο ΣΤΑΘΗΣ ΨΑΛΤΗΣ

«Και τώρα πάμε στους καλοντυμένους με γκαρνταρόμπα…από τον «Χιονίδη». Τους άρχοντες του βερεσέ και των… πιστολιών όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια. Θυμάμαι μια παρέα αποτελούμενη από 6 άτομα. Ήθελαν να ανοίξουν μπουκάλι. Στην διάρκεια της βραδιάς όμως η συντροφιά ολοένα και λιγόστευε. Τα έξι άτομα έγιναν πέντε, τα πέντε τρία, και στο τέλος έμεινε μόνο ένας. Ο οποίος με αποτελείωσε χρησιμοποιώντας ατάκα…Στάθη Ψάλτη: «Πάρε τα χρήματα από τον τελευταίο» μου είπε. Τι συνέβη τελικά; Και εκείνη την φορά, ο Γιάννης με την μεγάλη καρδιά και το ακόμη μεγαλύτερο φιλότιμο βρέθηκε να δουλεύει…για την επιχείρηση. Οι παλιές εποχές σηματοδοτούσαν την Ελλάδα του δήθεν. Υπήρχαν πολλοί που εκμεταλλεύτηκαν την εικόνα τους ενώ στις τσέπες τους είχαν κέρματα. Έμπαιναν στο μαγαζί και χαιρετούσαν τους πάντες με ύφος…George Clooney. Μπορεί να ένιωθαν και οι ίδιοι George Clooney. Την νύφη όμως την πλήρωναν οι εργαζόμενοι οι οποίοι έπρεπε να καλύπτουν τα πιστόλια των γλεντζέδων με τα μεροκάματα τους. Δύο τελευταία υστερόγραφα: Ας γνωρίζουν οι κύριοι αυτοί, πως τους ανθρώπους που προσφέρουν  υπηρεσίες τους σεβόμαστε και δεν τους συμπεριφερόμαστε σαν υπηρέτες. Για να δουλεύουν βράδυ, όπου οι ώρες είναι δύσκολες και οι συνθήκες ζόρικες, σημαίνει ότι έχουν ανάγκη τα χρήματα. Και το δεύτερο ως φιλική συμβουλή: Ακόμη και πιστόλια να είστε, οδηγείτε προσεκτικά και ποτέ πιωμένοι».

Από την Belvedere…στην Heineken, από τα Montecristo…στα Μarlboro, και από το πρώτο τραπέζι πίστα…στις άβολες καρέκλες του bar. Tο βλέμμα ενθουσιασμού που εξέπεμπαν οι υπεύθυνοι των νυχτερινών κέντρων διασκέδασης όταν καλωσόριζαν τους γλεντζέδες με τα αλαζονικά βλέμματα και τα χοντρά πορτοφόλια αντικαταστάθηκαν από ψυχρά χαμόγελα και διαρκή ανησυχία, μην τυχόν ο επισκέπτης ζητήσει ξανά είτε τζάμπα ποτό, είτε ψαλίδι στην τελική τιμή που υπερβαίνει τις δυνατότητες του μαγαζιού. Το χειρότερο σενάριο; Να εξαφανιστεί χωρίς να πληρώσει. Σημειώθηκαν και τέτοια κρούσματα. Η διασκέδαση στα χρόνια της κρίσης αναδιαρθρώθηκε βίαια. Οι πλούσιοι έγιναν φτωχότεροι και οι φτωχοί άποροι. Αποκάλυψε τις πραγματικές δυνατότητες των θαμώνων αλλά και το πρόσκαιρο βάθος της τσέπης τους. Οι χρυσοί πελάτες των clubs/bars/μπουζουξίδικων αν δεν εξαφανίστηκαν, εντρύφησαν με μεγάλη προθυμία στα ευεργετήματα του ρεφενέ. Τα αραδιασμένα μπουκάλια που τα παρατούσαν μισογεμάτα φεύγοντας, αδιαφορώντας παράλληλα για το τελικό ύψος του λογαριασμού, αντικαταστάθηκαν από ένα και μόνο μπουκάλι. Το περιεχόμενο του οποίου κατανέμεται ακριβοδίκαια και κάτω από τα άγρυπνα βλέμματα των «χαλαρών» συνδαιτυμόνων. Ο λογαριασμός σπάει ακόμη και στα λεπτά του ευρώ. Large συμπεριφορές απαγορεύονται. Στην Θεσσαλονικη το DNA του γλεντζέ μεταλλάχθηκε. Από εκεί που τα έδινε απλόχερα, τώρα κοιτά να πάρει πίσω ότι μπορεί. Ακόμη και να «πιστολιάσει» εν ψυχρώ φίλους και γνωστούς του επιχειρηματίες…

efodos-tou-sdoe-se-nuxterina-magazia-sto-gkazi.w_hr

IMG_9151-Copy

img-1320

ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΑΜΠΑΝΙΑ…ΣΤΗΝ ΜΠΥΡΑ.

«Όχι ένα μόνο περιστατικό, πολλά μπορώ να θυμηθώ. Γνωστός μου ο οποίος κάποτε έκανε κόντρες με άλλους θαμώνες για το ποιος θα ανοίξει τις περισσότερες…Dom Perignon, σήμερα έρχεται και με ρωτά αν μπορώ να τον κεράσω μια μπύρα. Τον κερνώ πάντα, όχι μόνο για χάρη των παλιών καιρών, αλλά λόγω της καρδιάς μου. Όλα αυτά που ζούμε είναι σημεία των καιρών. Όλοι δυσκολευόνται. Όταν είσαι πολλά χρόνια στον χώρο, και τους έχει ζήσει ως πελάτες, και έχεις βιώσει από το α έως το ω όλες αυτές τις καταστάσεις, ξέρεις πολύ καλά ότι κάποτε θα έρθει η ώρα η δύσκολη, η άβολη. Από την φάση της παραγγελίας που συνοδεύονταν από «φέρε, φέρε, φέρε», πλέον, όταν έρχεται η ώρα του λογαριασμού όλοι σου ζητούν επιτακτικά «κόψε, κόψε, κόψε» υποστηρίζει ο γνωστός επιχειρηματίας Λεωνίδας Μαργαρίτης.

20160305_003032
Λεωνίδας Μαργαρίτης, επιχειρηματίας: Οι καιροί έχουν αλλάξει δραματικά. Ο κόσμος είναι πολύ μαζεμένος. Φαίνεται και από την συμπεριφορά τους και από τις καταναλώσεις.

«Οι μαγκιές πέθαναν. Δεν υπάρχουν πλέον τέτοια πράγματα. Η διασκέδαση άνοιξε πολύ, υπάρχουν χιλιάδες μαγαζιά, χιλιάδες τρόποι διασκέδασης. Άλλαξαν οι γενιές. Το παρελθόν κάποιου δεν παίζει τον παραμικρό ρόλο. Όποιος και αν είναι στο τέλος θα ακούσει: 3,5 ευρώ παρακαλώ για τον καφέ. Έχει τύχει πολλές φορές να συναντήσω στον δρόμο παλιούς καλούς πελάτες που μου λένε πως θα έρθουν μόλις τα πράγματα καλυτερέψουν, δηλαδή όταν στο πορτοφόλι τους μπουν ξανά λεφτά. Από την άλλη έχω και πελάτες που ενώ κάποτε απαιτούσαν και έκλειναν πρώτο τραπέζι πίστα, σήμερα βολεύονται στο bar»…

ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΛΕΦΤΑ, ΑΛΛΑ ΕΧΟΥΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

«Είναι κοινά αποδεκτό ότι το σύνολο σχεδόν των παλιών καλών πελατών, έχουν μετατραπεί στους δυσκολότερους θαμώνες. Απαιτούν κεράσματα διαρκώς, επιπλέον κοψίματα στα λουλούδια. Ορισμένες φορές μάλιστα θεωρούν δεδομένο πως δεν πρέπει να πληρώσουν. Από την μια δεν θέλουν τους χοντρούς λογαριασμούς, από την άλλη όμως θέλουν να κάθονται στα καλύτερα τραπέζια. Απαιτούν την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Δυστυχώς για εμάς οι απαιτήσεις τους συνοδεύονται πολλές φορές…και από κακούς τρόπους» τονίζει από την πλευρά του ο έμπειρος και πάντα διακριτικός Μάριος Νικόπουλος, Υπεύθυνος Λειτουργίας στο «Barbarella Live» και ιδιοκτήτης του cafe-bar «Λίγο απ΄όλα». Η ευγενική του άρνηση πάντως, συνοδευόμενη από ένα πονηρό χαμόγελο στο άκουσμα του αιτήματος μας, να μοιραστεί δηλαδή μαζί μας ιστορίες «πιστολέρο», μας έπεισε πως τελικά γνωρίζει πολλά περισσότερα από αυτά που τελικά είπε…

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΑΛΣΑΜΙΔΗΣ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *