ΓΕΡΟΒΑΣΙΛΗ: ΟΥΤΕ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ, ΟΥΤΕ ΕΚΛΟΓΕΣ
«Ενδεχόμενο οικουμενικής ή εκλογών δεν υπάρχει» τονίζει η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη σε συνέντευξή της στην εφημερίδα Επένδυση, σημειώνοντας ότι «η κυβέρνηση έχει πολύ πρόσφατη εντολή από το εκλογικό σώμα να προχωρήσει στην υλοποίηση της συμφωνίας και παραμένει με επιτυχία εντός των στόχων». Καλεί, δε, για μια ακόμη φορά, να το ξεχάσουν, «αν κάποιοι στο εσωτερικό ευελπιστούν στην αποσταθεροποίηση και ονειρεύονται συγκυβερνήσεις».
Προσθέτει ότι, παράλληλα, η κυβέρνηση βρίσκεται συνεχώς σε ανοικτή επικοινωνία τόσο με την κοινοβουλευτική ομάδα, όσο και με τους θεσμικούς φορείς της κοινωνίας. «Δεν επιβάλλουμε, δεν διατάσσουμε» τονίζει «όπως οι προκάτοχοί μας. Ακούμε, συνδιαλεγόμαστε και συνδιαμορφώνουμε». Η κ. Γεροβασίλη αναφέρει ότι δεν καταλαβαίνει ποιον λόγο θα είχαν οι εταίροι να αρνηθούν τη συνεννόηση, τονίζοντας ότι «κανένα απολύτως όφελος δεν υπάρχει για την Ευρώπη να συνεχίζει μία χώρα-μέλος του σκληρού πυρήνα της να βρίσκεται μονίμως σε αβεβαιότητα και αστάθεια».
Ως προς το χρονοδιάγραμμα της αξιολόγησης αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι «οι επαφές αναμένεται να ολοκληρωθούν μέσα στο Φεβρουάριο, ούτως ώστε τον επόμενο μήνα να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στο κλείσιμο της αξιολόγησης» και προσθέτει ότι «ωστόσο, τα χρονικά πλαίσια εξαρτώνται και από την πορεία της διαπραγμάτευσης τις επόμενες εβδομάδες».
Για το τι θα κάνει η κυβέρνηση αν οι εταίροι επιμείνουν ώς το τέλος ακόμα και για μειώσεις στις κύριες συντάξεις, η κυβερνητική εκπρόσωπος σημειώνει ότι «για μία ακόμη φορά θα αγωνιστούμε για το συμφέρον των ελλήνων πολιτών και δεν θα είναι περίπατος».
«Πάμε στους θεσμούς» συνεχίζει «με μία ολοκληρωμένη πρόταση και δεδομένη απόφαση να μην μειωθούν οι κύριες συντάξεις», ενώ επισημαίνει ότι «σε κάθε διαπραγμάτευση προφανώς προτείνονται εναλλακτικές λύσεις προκειμένου κάθε πλευρά να αποσπάσει το μέγιστο όφελος, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ανοίγει τα χαρτιά της εκ των προτέρων».
Αναφέρει ότι η χώρα βρίσκεται από πολύ ισχυρότερη θέση πλέον, ότι και οι στόχοι που έχουν τεθεί έχουν επιτευχθεί και πως η οικονομία βρίσκεται σε σημαντικά καλύτερη θέση από τις προβλέψεις του καλοκαιριού. «Με λίγα λόγια η λειτουργία της οικονομίας σταθεροποιείται ταχύτερα από τα προβλεπόμενα. Αν επιπροσθέτως μπορέσει να επιτευχθεί κοινοβουλευτική και κοινωνική συναίνεση σε βασικές έστω παραμέτρους, κάτι τέτοιο θα ενισχύσει πολλαπλασιαστικά τη διαπραγματευτική μας θέσης» τονίζει.
Σχετικά με τις κινητοποιήσεις, σημειώνει ότι η κυβέρνηση παραμένει ανοικτή σε διάλογο σε όλα τα επίπεδα, επισημαίνοντας ότι αυτό διαμήνυσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, οι αρμόδιοι υπουργοί και ο πρόεδρος της Βουλής, για να τονίσει ότι πρόκειται για έναν διάλογο «που πρέπει να γίνει τώρα, πριν την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς». Επισημαίνει, επίσης, ότι «η εποχή του ‘αποφασίζουμε και διατάσσουμε’ ανήκει στο παρελθόν και μόνο στους τρόπους με τους οποίους οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος επέβαλαν τους σχεδιασμούς της τρόικας», κάνοντας λόγο για μεθόδους διακυβέρνησης ξένες προς το πολιτικό DNA της Αριστεράς.
«Είναι λογικό, μετά από μία επίθεση που έχουν υποστεί οι Έλληνες από άδικες νεοφιλελεύθερες πολιτικές ιδιαίτερα την τελευταία πενταετία, να εκφράζουν τόσο την κόπωση όσο και την αντίδρασή τους στη λιτότητα. Από εκεί και πέρα,το αν έχουν καταφέρει να διεισδύσουν στα απεργιακά μέτωπα διάφορα ‘επαγγελματικά’ στελέχη του δεξιού συνδικαλισμού, ή ακόμη χειρότερα ακροδεξιά στοιχεία της Χρυσής Αυγής, μπορεί να το δει ο καθένας» προσθέτει.
Παράλληλα, μιλά για κομματικούς επιτήδειους που και υπήρξαν ευνοούμενοι του προηγούμενου συστήματος εξουσίας και εξυπηρετούν ατομικά και μικροπολιτικά συμφέροντα. «Το κίνημα όμως θεωρώ ότι είναι ώριμο να αποβάλει αυτά τα στοιχεία από το εσωτερικό του» τονίζει και προσθέτει ότι η κυβέρνηση έχει την ευθύνη να μην αφήσει τις διαδηλώσεις να γίνουν στείρα αντιπολιτευτική εκτόνωση, αλλά να ενσωματώσει τις υγιείς φωνές στην προσπάθεια ανακούφισης των μεσαίων και αδύναμων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας.
Ως προς το θέμα της αλλαγής του εκλογικού συστήματος, σημειώνει ότι «δεν είναι μια ευκαιρία μικροπολιτικού τακτικισμού αλλά αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των πολιτών στο πολιτικό σύστημα» και συνεπώς «δεν θα πρέπει να προκαλεί επιλεκτικές στρεβλώσεις στην αντιπροσώπευση». Επισημαίνει ότι η αλλαγή του εκλογικού συστήματος είναι αποτέλεσμα ενός γόνιμου και στέρεου διαλόγου που πρέπει να διεξαχθεί σε κλίμα εμπιστοσύνης μεταξύ και των κομμάτων. «Μόνο έτσι μπορούν να επιτευχθούν οι απαραίτητες συναινέσεις και συγκλίσεις και γι’ αυτό το θέμα» αναφέρει.
Σε ερώτηση, τέλος, για το εάν θα μπορούσαν πρόσωπα όπως ο Φώτης Κουβέλης ή ο Μίμης Ανδρουλάκης να συνεργαστούν με τον ΣΥΡΙΖΑ εν όψει και του συνεδρίου, η κ. Γεροβασίλη υποστηρίζει ότι «δεν έχει συζητηθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο» και πως «η πρόσφατη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον κ. Κουβέλη έγινε στα πλαίσια της συμβολής όλων των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας στην προσπάθεια για έξοδο από την κρίση». Αναφέρει επίσης ότι «η διαμόρφωση πολυεπίπεδων συμμαχιών είναι αποφασιστικής σημασίας, όχι μόνο εντός της χώρας αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο», ότι «η μάχη κατά της λιτότητας, της οπισθοδρόμησης και της ξενοφοβίας είναι διαρκής και θεμελιωδώς ιδεολογική» και πως «σε κάθε περίπτωση, η σύγκλιση των προοδευτικών δυνάμεων αποτελεί αναγκαιότητα για την αντιμετώπιση των κρίσιμων εθνικών μαχών».