ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΑΣ ΞΕΣΠΑ: «ΕΣΤΕΙΛΑ ΤΗΝ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ ΝΑ ΔΟΥΛΕΨΕΙ ΣΕ…ΦΡΟΥΤΑΚΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΗΡΩΝΩ ΤΟΝ ΟΑΕΕ»

«Ντρέπομαι που το λέω, αλλά είναι αλήθεια. Ξέρεις πόσες φορές σκέφθηκα να μπουκάρω μέσα στον ΟΑΕΕ και να τα κάνω όλα πουτάνα; Και ούτε που θα με ένοιαζε, ούτε τίποτα. Είμαι παντρεμένος με δύο παιδιά. Αυτό με σταματά. Αν ήμουν μόνος, θα το έκανα. Και ας μου περνούσαν χειροπέδες. Καλύτερα. Θα ήμουν στην φυλακή με τα γεύματα και το κρεβάτι μου και δεν θα ανησυχούσα για τίποτα. Η ιστορία η δική μου, δεν διαφέρει από αυτήν, χιλιάδων άλλων συναδέλφων μου. Τα χρέη με έπνιξαν, ειδικά αυτά προς τον ΟΑΕΕ. Σε κάποια φάση, βρέθηκα να χρωστάω πάνω από 16.000 ευρώ. Πήγα για ρύθμιση, αλλά σε αυτό το παράλογο ταμείο, όπως γνωρίζετε, απαιτείται, πέρα από τις παλαιές οφειλές να πληρώνουμε και τις τρέχουσες εισφορές, που στην δική μου περίπτωση, επειδή έχω αρκετά χρόνια ασφάλισης, είναι πολύ υψηλές. Ήξερα τι θα συναντούσα, αλλά όταν μου είπαν, ότι πρέπει να πληρώνω περίπου…1.200 ευρώ το δίμηνο τρελάθηκα. Από που θα τα έβρισκα τα χρήματα αυτά; Με το ζόρι, μάζευα το ενοίκιο, το οποίο μάλιστα έδινα με καθυστέρηση στον ιδιοκτήτη. Άλλη πονεμένη ιστορία αυτή. Τέλος πάντων, τα έφερα από εδώ, τα έφερα από εκεί, για να διαπιστώσω ακόμη μια φορά, πως τα νούμερα δεν βγαίνουν. Τα φροντιστήρια των παιδιών τα είχα κόψει, το αμάξι δεν το έπαιρνα, παρά μόνο για έκτακτες ανάγκες. Στην δουλειά μου πήγαινα με λεωφορείο. Ευτυχώς, το σπίτι μου στον Εύοσμο, είναι σχετικά κοντά στο μαγαζί μου. Τα παιδιά είναι ακόμη μικρά για να εργαστούν, επομένως η γυναίκα μου, έπρεπε να βγει έξω για δουλειά. Η καημένη, δούλευε σε αρτοποιείο, αλλά ο ιδιοκτήτης το έκλεισε γιατί δεν πατούσε άνθρωπος. Την έδιωξε πριν κλείσει χρόνος και έτσι δεν πήρε ούτε αποζημίωση, ούτε τίποτα. Ξεκίνησε να ψάχνει, αλλά τζίφος. Δεν υπήρχε περίπτωση να πάρει κάποιος στην δουλειά του, μια γυναίκα άνω των 40 ετών με παιδιά. Ακόμη και όταν άφηνε να εννοηθεί, πως δεν έχει πρόβλημα να δουλέψει «μαύρα», ούτε και τότε πείθονταν τα αφεντικά. Ήθελαν πιτσιρίκια. Πήγε παντού. Σε φαγάδικα, σε ρούχα, σε σούπερ μάρκετ, μέχρι…και σε βενζινάδικο. Κανείς δεν την έπαιρνε. Είχα τρελαθεί. Επικρατούσε μεγάλη ένταση στην οικογένεια. Ώσπου μια μέρα, ενώ έλεγα τα προβλήματα μου σε ένα γνωστό, μου είπε πως άκουσε για ένα μπαράκι στο οποίο λειτουργούσαν…φρουτάκια και ζητούσαν προσωπικό. Σερβιτόρα και μάρκα. Το μαγαζί είχε πολύ κόσμο και ο τύπος, μου είπε ο φίλος μου, βγάζει τρελά λεφτά. Στην αρχή δεν ήθελα καν να το ακούσω. Σιχαίνομαι τον τζόγο και τους τζογαδόρους. Οι υποχρεώσεις όμως με έπνιγαν και το δίμηνο κόντευε να τελειώσει. Δεν είπα τίποτα στην γυναίκα μου. Αποφάσισα να πάω να δω μόνος μου τι «παίζει». Πήγα λοιπόν, ξόδεψα και 20 ευρώ τα οποία ακόμη κλαίω, προσποιούμενος ότι παίζω. Από τζόγο δεν ξέρω τίποτα. Σε λιγότερο από 5 λεπτά, έχασα τα λεφτά μου. Όντως, είχε πολύ κόσμο. Όλοι τους, κολλημένοι στους υπολογιστές. Δίπλα τους ποτά και τασάκια γεμάτα τσιγάρα. Aγχωμένοι, ιδρωμένοι. Συνέχεια να φωνάζουν την σερβιτόρα και να της δίνουν λεφτά για καινούργια παιχνίδια. Στο βάθος, ένας φαλακρός, έκοβε κίνηση. Δεν ήταν και το καλύτερο μαγαζί, αλλά δεν ήταν και καταγώγιο. Οι σερβιτόρες ήταν νέα κορίτσια, πολύ ευγενικά. Ο χώρος μεγάλος και καθαρός. Έμπαινε διαρκώς κόσμος. Σηκώθηκα και πήγα πίσω στον φαλακρό…» δηλώνει στο bangladeshnews. gr, o Ι.Η, ελεύθερος επαγγελματίας από τον Εύοσμο Θεσσαλονίκης.

FROYTAKIA 3

ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΕΝΑΧΩΡΙΕΜΑΙ, ΑΛΛΑ ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΚΑΝΩ;

«Συστήθηκα και του είπα, πως άκουσα ότι το μαγαζί ζητά προσωπικό. Αν ήθελε κάποιον για μάρκα ή έστω και λάντζα, μπορούσε να έρθει η γυναίκα μου για δουλειά. Μου απάντησε πως ψάχνει για γυναίκα, όχι πιτσιρίκα, για να έχει τον νου της, στο ταμείο. Η δουλειά θα ήταν «μαύρη», και πλήρωνε 4ο ευρώ μεροκάματο για 6 ημέρες την εβδομάδα. Η γυναίκα που θα ήταν στο ταμείο, έπρεπε να έχει και τον νου της στο μπαρ, να ετοιμάζει κανένα ποτάκι για τους πελάτες. Του είπα, πως θα έρθουμε αύριο μαζί με την γυναίκα μου, και αν θέλει, μπορούμε να το προχωρήσουμε. Όταν βγήκα, προσπάθησα να σκεφτώ τα λόγια μου, και τότε αντιλήφθηκα πως η ανάγκη σε κάνει να μιλάς…σαν αυτόματο. Ζητάς αυτό, που κατά βάθος δεν θες. Ή μήπως το θες για να ξελασπώσεις; Όπως και να έχει, ο μισθός που θα έπαιρνε η γυναίκα μου, θα με κρατούσε όρθιο. Το μέρος πάντως, εξακολουθούσε να με «χαλάει». Όλες οι προσπάθειες της να βρει δουλειά, είχαν αποτύχει. Το ίδιο βράδυ, ενημέρωσα την γυναίκα μου για την επίσκεψη μου στο…μαγαζί και την ρώτησα πως θα της φαίνονταν να πιάσει δουλειά εκεί. Είμαι σίγουρος ότι της ακούστηκε σαν να έπρεπε να δουλέψει σε…κωλόμπαρο. Όταν της εξήγησα την κατάσταση και ηρέμησε, δέχθηκε. Εννοείται πως το πρώτο πράγμα που της είπα, είναι πως αν δεν αισθάνεται άνετα, τα παρατάει όλα και φεύγει. Το επόμενο βράδυ, πήγαμε να δούμε το μαγαζί, μίλησε με τον ιδιοκτήτη και πήρε την δουλειά. Στα παιδιά μας είπε, πως τα βράδια θα φρόντιζε κάποιον…ηλικιωμένο κύριο. Την πρώτη ημέρα, γύρισε  ξημερώματα, καθώς το μαγαζί είχε πολλούς πελάτες. Την ρωτάω συνέχεια αν αισθάνεται καλά, αν την έχει ενοχλήσει κανείς, και εκείνη μου απάντα πως όλα πάνε καλά. Προσπαθώ να είμαι εκεί τα βράδια για να ελέγχω. Δυστυχώς για εμένα, η γυναίκα μου είναι εμφανίσιμη, αν και για να είμαι ειλικρινής, όλοι έχουν το μυαλό τους στους υπολογιστές. Ο ιδιοκτήτης με έχει καθησυχάσει επανειλημμένα, πως δεν πρόκειται να συμβεί το παραμικρό. «Αυτοί είναι άρρωστοι, δεν ενδιαφέρονται για γυναίκες» μου είπε μια φορά, δείχνοντας μου τους πελάτες. Δουλεύει εκεί ήδη 4 μήνες και με τον μισθό της, ισορροπήσαμε κάπως την κατάσταση. Μια φορά πάντως, με πείραξε πολύ που είδα έναν γλοιώδη κωλόγερο, να της ακουμπά το χέρι, δήθεν για ευχαριστώ, όταν του σέρβιρε ένα ποτό. Σκέφθηκα πως αυτό είναι το τίμημα, αν θες να πληρώνεις τον ΟΑΕΕ. Να δουλεύει η γυναίκα σου, μητέρα δύο παιδιών, σε…φρουτάκια».

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΑΛΣΑΜΙΔΗΣ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *