«BETO» ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΞΕΝΟΔΟΧΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΗΣ
Την έντονη αντίδραση του ξενοδοχειακού κλάδου προκάλεσαν οι σκέψεις της κυβέρνησης να επιβάλει τέλος διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία με ποσά της τάξεως του ενός ευρώ ανά… αστέρι.
Άκρως επικίνδυνες χαρακτηρίζει τις εν λόγω σκέψεις ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) Γιώργος Τσακίρης και σχολιάζει ότι δυστυχώς το θέατρο του παραλόγου συνεχίζεται.
Κατά τον κ. Τσακίρη, οποιαδήποτε περαιτέρω επιβάρυνση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος -μετά την αύξηση του ΦΠΑ- θα ήταν καταστροφική και ουσιαστικά θα ακύρωνε τη δυνατότητα του ελληνικού τουρισμού να στηρίξει τα δημόσια έσοδα και να δώσει δουλειές στους Έλληνες πολίτες.
«Το ΞΕΕ έχει ήδη προχωρήσει σε όλες τις δέουσες ενέργειες προς τις αρμόδιες αρχές, προειδοποιώντας για τις βαρύτατες συνέπειες και ζητώντας τη ματαίωση των οποίων τέτοιων σχεδιασμών», συμπληρώνει.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων (ΠΟΞ), η οποία σημειώνει ότι «κάθε πρόταση ή πρόθεση περαιτέρω επιβαρύνσεων στο τουριστικό προϊόν της χώρας, ιδίως μάλιστα με αύξηση του κόστους για τον ξένο ή έλληνα ταξιδιώτη, είναι εκτός πραγματικότητας και υπονομεύει ευθέως την ήδη τρωθείσα -λόγω διπλασιασμού των συντελεστών ΦΠΑ και υπερφορολόγησης των επιχειρήσεων – ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού».
Η Ομοσπονδία επαναλαμβάνει ότι εξακολουθεί να μένει στο απυρόβλητο και να ανθεί «μία ολόκληρη παρα-αγορά ιδιωτικών χώρων που υποδέχονται ανεξέλεγκτα και εκτός κάθε κανονιστικού πλαισίου επισκέπτες».
«Αντί, επομένως, να αναζητηθούν οι διαφυγόντες φόροι από τις τουλάχιστον 12 εκατ. διανυκτερεύσεις σε τέτοιου είδους “καταλύματα», στην ουσία, κάποιοι προτείνουν την περαιτέρω ενίσχυσή τους, δικαιώνοντας και ενθαρρύνοντας αυτό το όργιο αθέμιτου ανταγωνισμού», συνεχίζει.
Τέλος, η ΠΟΞ ζητεί να γίνει αντιληπτό ότι «ο ελληνικός τουρισμός κινείται πια στην κόψη του ξυραφιού και πως πίσω από τη μέχρι τώρα θετική πορεία του, υπάρχει μία μακρά περίοδος θυσιών και παραχωρήσεων από την πλευρά της τουριστικής αγοράς και των επιχειρήσεων».
«Η επιμονή στην υλοποίηση στυγνών φοροεισπρακτικών πολιτικών και επιβολής ”ειδικών τελών” σε ό,τι έχει μείνει όρθιο, απλώς οδηγεί στην συντριβή του», καταλήγει.